Verwenden (German verbs)

Cookie-Richtlinie.
Diese Website verwendet Cookies. Wenn Sie diese Website nutzen, ohne die Cookie-Einstellungen Ihres Browsers zu ändern, stimmen Sie der Verwendung von Cookies zu.

Πολιτική cookie. Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Εάν χρησιμοποιείτε αυτόν τον ιστότοπο χωρίς να αλλάξετε τις ρυθμίσεις cookie του προγράμματος περιήγησής σας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies.

Ακούστε το κείμενο σε γρήγορη ταχύτητα. Ακούστε το κείμενο σε αργή ταχύτητα.


Λεξιλόγιο
Verwendet
Φεαβέντετ
χρησιμοποιεί
uses

nutzen
χρησιμοποιώ

Einstellung¹
ρύθμιση
Einstellungen
ρυθμίσεις

ändern
Αλλάζω

zustimmen²
αποδέχομαι


der Verwendung
η χρήση


Σημειώσεις
1.Η λέξη Einstellung έχει πολλές άλλες έννοιες. Ρύθμιση σημαίνει όταν μιλάμε για την τεχνολογία.
2.Στο παραπάνω κείμενο το zustimmen 'σπάει' και το zu πάει στο τέλος της λέξης.



Κλίση του ρήματος verwenden.
INDIKATIV PRÄSENS
ich verwende
du verwendest 
er/sie/es verwendet 
wir verwenden 
ihr verwendet 
Sie verwenden 

INDIKATIV PERFEKT
ich habe verwandt. 

INDIKATIV FUTUR I 
ich werde verwanden.


                    Γερμανικά στο email σου.
Enter your email address:
Μόλις γραφτείς θα λάβεις email επιβεβαίωσης. Κοίτα και στον κάδο spam για το email επιβεβαίωσης.


Share:

No comments:

Post a Comment

Translate from English,Russian into Greek

Translate

Τελευταια γλωσσα που προστεθηκε.

Recently updated posts. Πρόσφατες

Popular Posts

Recent comments

Labels

Blog Archive